νερόβρασμα

νερόβρασμα
το
1. φαγητό που έχει βραστεί μόνο με νερό, δηλ. χωρίς λάδι ή άλλη λιπαρή ουσία
2. συνεκδ. καθετί το άνοστο, το ανούσιο
3. μτφ. ανοησία, σαχλαμάρα.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”